ανάπτυξη
|
ΜΑΪΟΣ 2016 59
Το άρθρο 48 αναφέρεται στην επίλυση διαφορών και προ-
βλέπει ότι για τις υποθέσεις που, κατά τις διατάξεις του Β΄ Μέ-
ρους του παρόντος νόμου, υπάγονται σε δικαστήριο, αποκλει-
στικά αρμόδιο είναι το ειρηνοδικείο της έδρας της εταιρείας,
που κρίνει με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, εκτός
αν ορίζεται κάτι άλλο. Με το αρχικό καταστατικό μπορούν να
υπάγονται οι υποθέσεις της προηγούμενης παραγράφου, καθώς
και κάθε άλλη διαφορά που ανακύπτει από την εταιρική σχέση
μεταξύ εταίρων ή μεταξύ αυτών και της εταιρείας, σε διαιτησία.
Ρήτρα διαιτησίας εισαγόμενη με τροποποίηση του καταστατι-
κού ισχύει μόνο αν αποφασίστηκε ομόφωνα. Με το καταστα-
τικό μπορούν να υπάγονται οι υποθέσεις της προηγούμενης
παραγράφου, καθώς και κάθε άλλη διαφορά που ανακύπτει
από την εταιρική σχέση μεταξύ εταίρων ή μεταξύ αυτών και της
εταιρείας, σε διαμεσολάβηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.
3898/2010 (Α΄ 211). Η σχετική καταστατική ρήτρα μπορεί να
παραπέμπει σε οργανωμένη διαδικασία διαμεσολάβησης ή να
προβλέπει ως διαμεσολαβητή πρόσωπο που έχει τη σχετική πι-
στοποίηση. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι η διαμε-
σολάβηση είναι υποχρεωτική προτού αχθεί η υπόθεση στο δι-
καστήριο ή γίνει προσφυγή σε διαιτησία. Η ρύθμιση αυτή είναι
εξαιρετικά σημαντική, διότι αναφέρεται σε κείμενο νομοθετή-
ματος η έντονη σύσταση του νομοθέτη για την παραπομπή της
διαφοράς σε εξωδικαστικό τρόπο επίλυσης, και συγκεκριμένα
στη διαδικασία της διαμεσολάβησης.
Το κεφάλαιο Β του μέρους αυτού του νόμου 4072/2012 πε-
ριγράφει τα της ίδρυσης της εταιρείας. Ειδικότερα, το άρθρο 49
ομιλεί για την ιδρυτική πράξη. Η ιδιωτική κεφαλαιουχική εται-
ρεία συνιστάται από ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρό-
σωπα (ιδρυτές). Η πράξη σύστασης της εταιρείας καταρτίζεται
με έγγραφο που πρέπει να περιέχει το καταστατικό. Το έγγραφο
αυτό είναι συμβολαιογραφικό, αν το επιβάλλει ειδική διάταξη
νόμου, αν εισφέρονται στην εταιρεία περιουσιακά στοιχεία για
τη μεταβίβαση των οποίων απαιτείται ο τύπος αυτός, ή αν επιλέ-
γεται από τα μέρη. Κατά συνέπεια, αν δεν υπάρχει ακίνητο κατά
τη σύσταση της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας, τότε απλό
ιδιωτικό έγγραφο είναι αρκετό για τη σύσταση της εταιρείας,
τούτο δε αποτελεί σημαντικό σημείο απόκλισης από τη διαδικα-
σία σύστασης της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, όπου απαι-
τείται πάντοτε συμβολαιογραφικό έγγραφο.
Το περιεχόμενο του καταστατικού ρυθμίζεται από το επόμε-
νο άρθρο 50. Το καταστατικό της εταιρείας πρέπει να περιέχει:
(α) το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας και την τυχόν
ηλεκτρονική διεύθυνση των εταίρων, (β) την εταιρική επωνυ-
μία, (γ) την έδρα της εταιρείας, (δ) τον σκοπό της εταιρείας, (ε)
την ιδιότητα της εταιρείας ως ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εται-
ρείας, (στ) τις εισφορές των εταίρων κατά κατηγορία εισφορών
και την αξία των εισφορών αυτών, σύμφωνα με τα άρθρα 77 έως
και 79, καθώς και το κεφάλαιο της εταιρείας, (ζ) τον συνολικό
αριθμό των εταιρικών μεριδίων, (η) τον αρχικό αριθμό των μερι-
δίων κάθε εταίρου και το είδος της εισφοράς που τα μερίδια αυτά
εκπροσωπούν, (θ) τον τρόπο διαχείρισης και εκπροσώπησης της
εταιρείας, και (ι) τη διάρκεια της εταιρείας. Ειδικότερες συμφω-
νίες των εταίρων που περιέχονται στο καταστατικό είναι ισχυρές
αν δεν προσκρούουν στον παρόντα νόμο.
Το επόμενο άρθρο 51 αναφέρεται στη διαδικασία σύστα-
σης της εταιρείας. Για τη διαδικασία σύστασης της εταιρείας
εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5Α του νόμου 3853/2010
(περί υπηρεσίας μιας στάσης), όπως το άρθρο αυτό προστίθεται
με το άρθρο 117 παράγραφος 3 του παρόντος νόμου 4072/2012.
Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και αν, σύμφωνα με τον νόμο,
απαιτείται άδεια λειτουργίας της εταιρικής επιχείρησης ή το
καταστατικό της εταιρείας πρέπει να εγκριθεί από κάποιον αρ-
μόδιο φορέα προκειμένου η εταιρεία να αρχίσει τις εργασίες
επιδίωξης του σκοπού της. Στις περιπτώσεις αυτές η άδεια ή η
έγκριση μπορεί να χορηγείται αφού συσταθεί η εταιρεία, αλλά
προτού αρχίσει τις εργασίες για τις οποίες ο νόμος απαιτεί άδεια
ή έγκριση.
Στο άρθρο 52 διαβάζουμε τα περί δημοσιότητας στο Γ.Ε.ΜΗ.
Η σύσταση της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας γίνεται με
εγγραφή της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ. Στο Γ.Ε.ΜΗ. υποβάλλονται
στη δημοσιότητα που προβλέπεται από το άρθρο 16 του νόμου
3419/2005 και οι τροποποιήσεις του καταστατικού, καθώς και
όσα άλλα στοιχεία αναφέρονται στον νόμο αυτόν, καθώς και
στον παρόντα νόμο. Ως προς τα αποτελέσματα της εγγραφής
της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ. και της καταχώρισης σε αυτό των
άλλων στοιχείων της παραγράφου 2 ισχύουν οι διατάξεις του άρ-
θρου 15 του Ν. 3419/2005.
Το επόμενο άρθρο 53 αναφέρεται στην κήρυξη ακυρότητας
της εταιρείας και στους λόγους που την επιβάλλουν. Η εταιρεία
που έχει εγγραφεί στο Γ.Ε.ΜΗ. κηρύσσεται άκυρη με απόφαση
του δικαστηρίου μόνο αν: (α) συστήθηκε χωρίς έγγραφο, σύμφω-
να με το άρθρο 49 παράγραφος 2, (β) στο καταστατικό της εται-
ρείας δεν αναφέρεται η επωνυμία, ο σκοπός ή το ύψος του κεφα-
λαίου της εταιρείας, (γ) ο σκοπός της εταιρείας είναι παράνομος
ή αντίκειται στη δημόσια τάξη, και (δ) ο μοναδικός ιδρυτής ή όλοι
οι ιδρυτές δεν είχαν ικανότητα για δικαιοπραξία όταν υπέγραψαν
την πράξη σύστασης της εταιρείας, εκτός αν εντός της ετήσιας
προθεσμίας της παρακάτω παραγράφου ένας από αυτούς κα-
τέστη ικανός και ενέκρινε τη σύσταση της εταιρείας. Η αίτηση
για ακύρωση της εταιρείας υποβάλλεται από κάθε πρόσωπο
που έχει έννομο συμφέρον, μέσα σε ένα έτος από την εγγραφή
της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ., και κοινοποιείται υποχρεωτικά στην
εταιρεία. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 η υποβολή της
αίτησης δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό. Το δικαστήριο
που προβαίνει στην ακύρωση θέτει με την ίδια απόφαση την
εταιρεία υπό εκκαθάριση και διορίζει τον εκκαθαριστή.
Οι λόγοι κήρυξης ακυρότητας των περιπτώσεων α΄, β΄ και
γ΄ της παραγράφου 1 θεραπεύονται αν, μέχρι τη συζήτηση της
αίτησης, το καταστατικό τροποποιηθεί ώστε να μην υφίσταται