ανάπτυξη
ΜΑΡΤΙΟΣ 2014
41
Οικονομία
Έ
να από τα πιο σοβαρά προβλή-
ματα της ελληνικής οικονομίας,
που η κρίση όξυνε ακόμα περισ-
σότερο, είναι η σημαντική αποδυνάμω-
ση της βιομηχανικής της δραστηριότητας
(λατομείων και ορυχείων, μεταποίησης,
ηλεκτρισμού και παροχής νερού): η συ-
νεχής κάμψη, τα τελευταία χρόνια, των
βιομηχανικών επενδύσεων, της βιομηχα-
νικής παραγωγής και απασχόλησης,
πρόσφατα, δε, και του βαθμού χρησιμο-
ποίησης του εργοστασιακού δυναμικού
είχε ως συνέπεια την αισθητή μείωση,
από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και
μετά, της συμβολής του βιομηχανικού
προϊόντος στη δημιουργία του ακαθάρι-
στου εγχώριου προϊόντος (Α.Ε.Π.).
Τακάτωθι στοιχεία είναι χαρακτηριστικά:
• Mε βάση (100) το έτος 2005, ο μέσος
ετήσιος δείκτης βιομηχανικής παραγω-
γής ήταν 103,2 το 2007, 99,0 το 2008,
89,7 το 2009, 84,4 το 2010, 77,9 το
2011, 75,2 το 2012 και 72,5 το 2013.
• Ο αριθμός των εργαζόμενων στη μετα-
ποίηση μειώνεται σταθερά τα τελευταία
χρόνια. Κατά την περίοδο 2008-2013 η
μεταποίηση έχασε 201.000 θέσεις εργα-
σίας, οι απασχολούμενοι, δε, στον τομέα
αυτό το 2013 αντιπροσωπεύουν το
9,3% του συνόλου των απασχολούμε-
νων, έναντι 11,7% που ήταν το 2008.
Αναμφισβήτητα, η ανάπτυξη της βιομη-
χανίας, όπως και της γεωργίας άλλωστε,
δεν προωθείται με την προστασία του
αργαλειού ή του δρεπανιού ή του κά-
ρου. Η μείωση, όμως, της βιομηχανικής
απασχόλησης, όταν οδηγεί σε συνεχή
διεύρυνση της ανεργίας ή δεν βελτιώνει
την ανταγωνιστικότητα της παραγωγής,
υποδηλώνει διαρθρωτικές παθογένειες.
• Οι επιχειρηματικές επενδύσεις (μηχα-
νήματα και μεταφορικός εξοπλισμός)
έχουν μειωθεί κατά 40% περίπου την
περίοδο 2009-2013, λόγω της ανεπάρ-
κειας κεφαλαίων, της υψηλής φορολό-
γησης των κερδών σε συνδυασμό με τη
συχνή αλλαγή του φορολογικού συστή-
ματος, και της διάχυτης αβεβαιότητας.
• Ο βαθμός, τέλος, χρησιμοποίησης του
εργοστασιακού δυναμικού στη βιομηχα-
νία εκτιμάται στο 68% στο τέλος του
2013, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος
στην ευρωζώνη υπολογίζεται, κατά την
ίδια περίοδο, γύρω στο 80%.
Οι εξελίξεις αυτές αντικατοπτρίζονται,
κατά τρόπο παραστατικό, στη σύνθεση
του εθνικού μας προϊόντος: η βιομηχα-
νία, που το 2010 συμμετείχε στη δημι-
ουργία του με ένα ποσοστό της τάξης
του 12% περίπου, περιόρισε το 2012 τη
συμβολή της στο 9%, με τάσεις περαιτέ-
ρω μείωσης, όταν ο αντίστοιχος μέσος
κοινοτικός όρος είναι σήμερα 15% και ο
στόχος που έχει τεθεί από την Ευρωπαϊ-
κή Ένωση (Ε.Ε.) για το 2020 αναβιβάζει
το ποσοστό αυτό στο 20%.
Στο σημείο αυτό αναγκαίες είναι δύο
ειδικότερες παρατηρήσεις:
α)
Η συμβολή της βιομηχανίας στη δημι-
ουργία του Α.Ε.Π. της χώρας ήταν περιο-
ρισμένη και πριν από την κρίση: δεν
υπερέβαινε το 25% του συνόλου το
1982, όταν την ίδια χρονιά το αντίστοιχο
ποσοστό έφθανε στο 35% στην Ισπανία
και την Ιρλανδία, και στο 30% στην Πορ-
τογαλία.
β)
Η συνεχής κάμψη του ποσοστού του
βιομηχανικού προϊόντος στο σύνολο του
Α.Ε.Π. δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό
φαινόμενο. Με εξαίρεση τις αναδυόμε-
νες νέες οικονομικές δυνάμεις (Κίνα, Ιν-
δία, κ.ά.), οι ίδιες τάσεις παρατηρούνται
σε όλα σχεδόν τα ανεπτυγμένα ευρωπα-
ϊκά, και όχι μόνο, κράτη:
• Η σταδιακή αύξηση της αγοραστικής
δύναμης του Ευρωπαίου πολίτη επηρε-
άζει και τις καταναλωτικές του επιλογές,
με κύριο χαρακτηριστικό, τη στροφή στις
υπηρεσίες (υγεία, εκπαίδευση, διασκέ-
δαση, τουρισμό κ.ά.) που βελτιώνουν
την ποιότητα της ζωής του. Η στροφή
αυτή καθίσταται εφικτή από το γεγονός
ότι η συνεχής και ισχυρότερη, σε σχέση
με άλλους κλάδους, βελτίωση της πα-
ραγωγικότητας του βιομηχανικού τομέα
και, κατ’ επέκταση, η σταθερή μείωση
των τιμών των βιομηχανικών προϊόντων
ευρείας κατανάλωσης, επιτρέπουν στον
καταναλωτή να αφιερώνει ένα όλο και
μικρότερο μέρος του οικογενειακού του
προϋπολογισμού (αξία) για την αγορά
όλο και μεγαλύτερου όγκου βιομηχανι-
κών προϊόντων. Η εμφανιζόμενη, κατά
συνέπεια, κάμψη της αναλογίας της αξί-
ας της βιομηχανικής παραγωγής στο
σύνολο της εθνικής παραγωγής συμβα-
δίζει, συνήθως, με αυξημένο όγκο ή
(και) βελτιωμένη ποιότητα βιομηχανι-
κών ειδών, αλλά και δυναμική, πάντοτε,
παρουσία των ειδών αυτών στις συνολι-
κές εξαγωγές.